- ἐνύδρους
- ἐνύδρουςἔνυδροςwith water in it: masc /fem acc pl
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ἐνύδρους — ἔνυδρος with water in it masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξάνθηση — Η αποβολή νερού από ορισμένους ένυδρους κρυστάλλους, όταν εκτεθούν στον αέρα, και ο σχηματισμός σκόνης πάνω στην επιφάνειά τους. Η ε. ενός ένυδρου κρυσταλλικού άλατος συντελείται, όταν στη συνηθισμένη θερμοκρασία η τάση των ατμών του νερού στον… … Dictionary of Greek